- Ελάτε, περάστε!
- Ευχαριστώ γιατρέ
μου! Νάστε πάντα καλά!.
(Κρυφογέλασε, αλλά
συνέχισε επαγγελματικά:) Σε τι μπορώ να σας βοηθήσω;
- Ξέρετε τώρα με
την κρίση δεν μου πάν καλά τα πράγματα.
- Αχά!
- Χώρισα με τη
γυναίκα μου, χώρισα με τα παιδιά μου, έχασα τη μισή περιουσία μου και, εν
πάση περιπτώσει, έχω και κάποια ηλικία και αισθάνομαι ότι δεν έκανα και πολλά
πράγματα στη ζωή μου.
- Ψιλομπατήρης έ!
έβαλε τα γέλια.
- Καλά εγώ πονώ κι
εσύ γελάς;
- Ε τι να κάνω,
αφού την πάτησες έτσι!
- Σε παρακαλώ
αγαπητέ μου, συγκεντρώσου στη δουλειά σου, είπα ότι έχω προβλήματα...Αλλά
(προσέχοντας καλύτερα τώρα) γιατί φοράτε αθλητική φόρμα και τι είναι ο θόρυβος
στο άλλο δωμάτιο;
- Ά (ακούστηκε
αδιάφορο έως έμπειρο) είναι η ομάδα κι εγώ ο προπονητής.
- (Σάστισε,
ζαλίστηκε όλη η πλάση, κάτω από τα πόδια του και προς τα πάνω).
- Προ... προ...
- Έλα μη κλαίς.
- Μα δε κλαίω...
απλά ...
- Κι αν δεν κλαίς,
είναι μορφή κλάμματος αυτή.
- Τι λέτε
(εντυπωσιασμένος).
- Άκου δώ. Πήγαινε
στην κυρία μέσα και ζήτα μια φόρμα.
- Θα γίνω
παίκτης;
- Θα γίνεις
παίκτης και πότε-πότε προπονητής.
- Θα αποκτήσω νέα
υπόληψη έ;
- Θα την περάσεις
κοτσάνι! Θα κάνεις ότι θέλεις σε όποιον σε πίκρανε ζωή και εκεί ακόμα που δε σε
πίκρανε, αρκεί να σου πούνε πότε και με ποιόν.
- Και οι
συνέπειες;
- Καλές, καλές
προοπτικές. (Τον πλησιάζει στ'αυτί:) Θάχεις ασυλία (και απομακρύνεται ξαφνικά,
αφήνοντας και μια περίεργη μυρωδιά).
- Χτές κτυπήσανε
ένα φίλο μου και προχτές είχε άσχημο δελτίο ειδήσεων.
- Δε θάχανε
ομπρέλλα (και σπάει στα γέλια).
- Είχανε και
παραείχανε (του λέει σοβαρός και κάπως αφηρημένος).
- (Πρόσεξε αυτή
την αφηρημάδα και του φάνηκε σα σύνεφφο κι αποφάσισε να τον πάρει λίγο πιο
σοβαρά).
- Ακιούστε
(ακούστηκε κάπως σαν εκ του εξωτερικού, ενώ έριξε μια ματιά στον τοίχο του με
τα πτυχία και τις επισκέψεις). Ζούμε αναμφίβολα σε κοινωνίες του ρίσκου...
και...και ... σας λέω πάλι ότι σαν παίχτης και προπονητής θα είστε πιο ευτυχισμένος,
θα αποκτήσετε αγωνιστικό φρόνημα και όλοι αυτοί που σας πικράνανε από ψηλά θα
τους κοιτάξεις, θα σου φανούν τόσο, μα τόσο ασήμαντοι (κι εδώ σηκώθηκε το φρύδι
και αντανακλαστικά και λίγα ακόμα μέλη του σώματός του, σαν από παλιό ηλεκτροσόκ).
- Φοβάμαι μόνον
μην είμαι πολύ ψηλά, γιατρέ μου (τον κοίταξε ξανά αφηρημένα).Αλλά (συνέχισε)
τώρα εσύ "γιατι κλαίς";
- Ήρθες στο
γιατρείο μου για να με φοβερίσεις; παλιόμουστα! (εδώ είχε πλέον μετέρθει ενός
άλλου προσωπείου, αν και το ψιλοένοιωθε).
"Γιατρέ μου
αυτό που κάνεις λέγεται κλάμμα!”.
“Tι
δουλειά μου θα μου μάθεις παλιοκαβιόλη»;
«Σε προπονούσα γιατρούλη μ’, σε προπονούσα! Τούξερα ότι ξέρς, αλλα
σε βαλα σε κόντρα για να δώ την απόδοσή σου!».
«Έξω βλάχο, έξω» (κι ακούστηκε σαν ρίξιμο πρώτης αυλαίας).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου